Ένφιλντ η πραγματική ιστορία για το «στοιχειωμένο σπίτι»

enfilnt-i-pragmatiki-istoria-gia-to-stoixeiomeno-spiti-tou-londinou

Όλα ξεκίνησαν το 1977, στο Ένφιλντ του Λονδίνου, σε ένα σπίτι στην οδό Γκριν, όπου ζούσε η Πέγκυ Χόντγκσον, η οποία μεγάλωνε μόνη της τα τέσσερα παιδιά της.Ένα από αυτά, η Τζάνετ, βρέθηκε στο επίκεντρο μιας ιστορίας υπερφυσικών φαινομένων που έμελλε να την κάνει διάσημη σε ολόκληρο τον κόσμο.Μιλώντας στον συγγραφέα Γουίλ Στορ, η Τζάνετ θυμάται τη βραδιά που ξεκίνησαν όλα. Ήταν 31 Αυγούστου 1977 και η Τζάνετ ήταν τότε 11 ετών. Επρόκειτο να αρχίσει το Γυμνάσιο σε λίγες ημέρες. Η ίδια ισχυρίζεται ότι αυτή και ο αδελφός της Τζόνι άκουσαν θόρυβο στο σκοτάδι και φώναξαν τη μητέρα τους. Εκείνη ήρθε, δεν είδε τίποτα και έφυγε, αφού πρώτα τους μάλωσε. Λίγο αργότερα, ισχυρίζεται η Τζάνετ, μια συρταριέρα έφυγε από το σημείο όπου βρισκόταν, δίπλα στο κρεβάτι της και γλίστρησε προς την πόρτα. Η μητέρα των παιδιών ανέβηκε πάλι πάνω και προσπάθησε να βάλει τη συρταριέρα στη θέση της, χωρίς να τα καταφέρει. Στη συνέχεια, σύμφωνα πάντα με την Τζάνετ, άρχισαν τα χτυπήματα στους τοίχους, χτυπήματα που φαίνονταν να έρχονται εκτός σπιτιού αλλά και «από το εσωτερικό των τοίχων».Όλα ξεκίνησαν το 1977, στο Ένφιλντ του Λονδίνου, σε ένα σπίτι στην οδό Γκριν, όπου ζούσε η Πέγκυ Χόντγκσον, η οποία μεγάλωνε μόνη της τα τέσσερα παιδιά της.Ένα από αυτά, η Τζάνετ, βρέθηκε στο επίκεντρο μιας ιστορίας υπερφυσικών φαινομένων που έμελλε να την κάνει διάσημη σε ολόκληρο τον κόσμο.Μιλώντας στον συγγραφέα Γουίλ Στορ, η Τζάνετ θυμάται τη βραδιά που ξεκίνησαν όλα. Ήταν 31 Αυγούστου 1977 και η Τζάνετ ήταν τότε 11 ετών. Επρόκειτο να αρχίσει το Γυμνάσιο σε λίγες ημέρες. Η ίδια ισχυρίζεται ότι αυτή και ο αδελφός της Τζόνι άκουσαν θόρυβο στο σκοτάδι και φώναξαν τη μητέρα τους. Εκείνη ήρθε, δεν είδε τίποτα και έφυγε, αφού πρώτα τους μάλωσε. Λίγο αργότερα, ισχυρίζεται η Τζάνετ, μια συρταριέρα έφυγε από το σημείο όπου βρισκόταν, δίπλα στο κρεβάτι της και γλίστρησε προς την πόρτα. Η μητέρα των παιδιών ανέβηκε πάλι πάνω και προσπάθησε να βάλει τη συρταριέρα στη θέση της, χωρίς να τα καταφέρει. Στη συνέχεια, σύμφωνα πάντα με την Τζάνετ, άρχισαν τα χτυπήματα στους τοίχους, χτυπήματα που φαίνονταν να έρχονται εκτός σπιτιού αλλά και «από το εσωτερικό των τοίχων».Η Πέγκι Χόντγκσον νόμιζε ότι επρόκειτο για κλέφτες και ζήτησε τη βοήθεια των γειτόνων της, των Νότινγχαμ. Κλήθηκε η αστυνομία. Η αστυνομικός που ήρθε, η Κάρολιν Χιπς υποστήριξε ότι είδε μία καρέκλα να υψώνεται από το έδαφος και να μετακινείται μόνη της, μπροστά σε όλους. Ωστόσο, έκρινε ότι δεν ήταν δουλειά της αστυνομίας να τα βάζει με… φασαριόζικα πνεύματα κι έτσι αποφάσισε να καλέσει την Daily Mirror. Επί ώρες, οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας περίμεναν να γίνει κάτι, χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά, την ώρα που οι άνθρωποι της Daily Mirror ετοιμάζονταν να φύγουν, τουβλάκια Lego άρχισαν ναπετούν στον αέρα. Ένα μάλιστα, χτύπησε πάνω από το μάτι τον φωτορεπόρτερ της αστυνομίας. Τα φαινόμενα στο Ένφιλντ φαίνεται πως ακολουθούσαν κάποιες υποδείξεις: Η ίδια η Τζάνετ έχει ισχυριστεί ότι ο Μορίς Γκρος, ένας εκ των ερευνητών στο Ένφιλντ, είπε: «Τώρα, το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να μιλήσουν οι φωνές». Οι φωνές δεν άργησαν να έρθουν. Όταν ο Γκρέιχαμ Μόρις της Daily Mirror είπε στα κορίτσια –τη Τζάνετ και τη Μάργκαρετ- ότι τα φαντάσματα συχνά εκδηλώνουν την παρουσία τους με ξέσπασμα φωτιάς, η «οντότητα» στο Ένφιλντ άρχισε και αυτή να εκδηλώνει τάσεις πυρομανίας. Η 11χρονη Τζάνετ, η οποία βρισκόταν στο κατώφλι της εφηβείας, ήταν εκείνη που ισχυριζόταν ότι έβλεπε το πνεύμα ενός ηλικιωμένου στην παλιά πολυθρόνα και εκείνη που άρχισε να «μιλά με τη φωνή του». Η πραγματικότητα είναι ότι στο σπίτι ζούσε παλαιότερα πραγματικά ένας Μπιλ Γουίλκινς που πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία στην πολυθρόνα του σπιτιού.Ο Γκρος επέμενε βέβαια: Καναπέδες άλλαζαν θέση, γαβγίσματα σκυλιών ακούγονταν από δωμάτια όπου δεν υπήρχαν σκυλιά, ολόκληρα τζάκια ξεριζώνονταν από τους τοίχους.Η ακαδημαϊκός Ανίτα Γκρέγκορι, η οποία είχε μελετήσει την υπόθεση, εμφάνιζε μεγαλύτερο σκεπτικισμό. Στις σημειώσεις της αναφέρει ότι η Τζάνετ και η αδελφή της δεν επέτρεπαν σε κανέναν να εισέλθει στο δωμάτιό τους στη διάρκεια της «κατάληψής» τους από το πνεύμα, ενώ όταν τελικά της επέτρεψαν την είσοδο, της ζήτησαν να γυρίσει να κοιτάζει την πόρτα, καλύπτοντας το κεφάλι της με τις νυχτικιές των κοριτσιών. Αυτό που δέχθηκε ήταν μία μάλλον αθώα «βροχή» από παντόφλες και μαξιλάρια. «Υπήρχαν στιγμές όταν πράγματα συνέβαιναν και στιγμές όταν πράγματα δεν συνέβαιναν. Μερικές φορές, όταν δεν συνέβαιναν πράγματα, αισθανόσουν ότι είχες αποτύχει» λέει η ίδια.Ερωτηθείσα πόσα από τα περιστατικά στο Ένφιλντ ήταν κατασκευασμένα, σημειώνει ότι ήταν περίπου το 2%.«Φυσικά και έκαναν κόλπα! Παιδιά ήταν. Αλλά (τα κόλπα αυτά) δεν συγκρίνονταν με τα πραγματικά περιστατικά», σημειώνει ο Γκρος.Τα φαινόμενα εξασθένισαν μετά την επίσκεψη ενός ιερέα στο σπίτι, αν και τονίζει ότι δεν εξαφανίστηκαν εντελώς και «πάντα είχες την αίσθηση ότι κάποιος σε παρακολουθούσε».