Συνέντευξη στο περιοδικό SoWhat? . Της Αναστασίας Γαβριελάτου
Η γλυκήτητα, η ευαισθησία και ο αυθορμητισμός έχουν όνομα «Βάσια Παναγοπούλου» ! Όταν αποφάσισα να της κάνω πρόταση για συνέντευξη και εκείνη δέχτηκε, δεν περίμενα τίποτε λιγότερο… Απολαύστε τη με μία ανάσα!
Aρχικά θα ήθελα να σας ευχαριστήσω που μας κάνετε τη τιμή να σας φιλοξενήσουμε στο πρώτο τεύχος SoWhat? κατόπιν πανδημίας. Αυτή τη φορά ως θεατής, καθημερινά παρακολουθείτε όπως και όλοι μας, ακυρώσεις και αναβολές παραστάσεων. Πόσο έχει επηρεάσει τελικά τον κλάδο σας ο Covid-19;
Είναι απόλυτα φυσιολογικό να βιώνουμε στον καλλιτεχνικό χώρο αναβολές ή ακόμα και ακυρώσεις παραστάσεων. Αλλοίμονο! Η πανδημία έφερε τα πάνω κάτω στις ζωές και στα σχέδια μας. Από τη μια, οι περιορισμοί και οι κανονισμοί για τη διενέργεια παραστάσεων και από την άλλη ένα θεατρικό κοινό που θα συρρικνωθεί μιας και ένα μεγάλο μέρος του – αυτό της μεγαλύτερης ηλικιακά ομάδας – που την ερχόμενη θεατρική περίοδο είναι βέβαιο πως δεν θα πάει στο θέατρο. Το ίδιο φοβάμαι πως χάνεται και το θεατρικό κοινό που παρακολουθούσε παραστάσεις με το σχολείο..Επαναπροσδιορισμός χρειάζεται λοιπόν….! Να αφουγκραστούμε τη νέα κατάσταση και να απευθυνθούμε στο δυναμικό κοινό που πρέπει να το φέρουμε στη θεατρική αίθουσα.
Θέατρο Χυτήριο. Τα τελευταία χρόνια είναι το σπίτι σας! Πώς αισθάνεστε για το συγκεκριμένο κομμάτι της ζωής σας;
Το Θέατρο Χυτήριο που επί των ημερών μετονομάστηκε σε Χυτήριο Θέατρο – Σημείο Πολιτισμού,είναι κατ’ αρχήν απόλυτα της δικής μου αισθητικής ως κτίσμα. Ένα διατηρητέο κτήριο στην καρδιά της Αθήνας που φτιάχτηκε από τους ιδιοκτήτες του με σεβασμό στην αρχιτεκτονική του. Το αγαπώ γιατί εκεί από την ημέρα που το παρέλαβα, έχω εργαστεί σε όλα τα πόστα – όχι μόνο τα θεατρικά.. Έχω συνεργαστεί με ανθρώπους που εκτιμώ και σχεδιάζω ακόμα πιο δυναμικό παρόν για την καλοκαιρινή θεατρική περίοδο στον μοναδικό κήπο που διαθέτει – τον μοναδικό θεατρικό κήπο της Αθήνας μας! Έχω περάσει και δυσκολίες αλλά και μεγάλες χαρές και χαίρομαι που αν και είναι ένα μικρό θέατρο, κατάφερα να είναι σημείο αναφοράς και πολλές φορές να μου λένε «το κάνω όπως στο Χυτήριο»! Ε,αυτό είναι success story!
«Και εγώ σ’αγαπώ», λέγεται η παράσταση που πρόκειται να ανέβει τον Αύγουστο. Θα μας μιλήσετε για αυτό το έργο;
Υπάρχουν σχέδια για το καλοκαίρι εκτός αυτού;Το καλοκαίρι στο Χυτήριο είναι πολυσυλλεκτικό και προσφέρει πολλές και ενδιαφέρουσες επιλογές: «το δάνειο» του Τζόρντι Γκαλθεράν σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μυλωνά με τον ίδιο και τον Σωτήρη Χατζάκη. Το «Υπέροχό μου διαζύγιο» της Τζεραλντίν Άρον με την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά. Το «η ζωή μετά» σε κείμενα του μοναδικού Αρκά με τον ΘανάσηΒισκαδουράκη, τον Γιώργο Γιαννόπουλο, τη Σοφία Βογιατζάκη, τον Πέτρο Μπουσουλόπουλο, τονΧρήστο Τριπόδη και τον Δημήτρη Αγορά, που υπογράφει και τη σκηνοθεσία της παράστασης. LateNight Comedy – stand up παράσταση – με τον Στέλιο Ανατολίτη να παρουσιάζει το “Χάπι”, την δεύτερη του σόλο παράσταση.Και ερχόμαστε στο «κι εγώ, σ’ αγαπώ» του σημαντικού Βρετανού συγγραφέα Doug Lucie, με τουςΒασίλη Κούκουρα, Παναγιώτη Καρμάτη, Χριστίνα Δαλαμάγκα και Φωτεινή Λεβογιάννη σε δική μουμετάφραση και παραγωγή και σκηνοθεσία Γιάννη Αϊβάζη. Είναι ένα έργο που δεν έχει παιχτεί ξανάστην Αθήνα μιας και παρουσιάστηκε μόνο στη Θεσσαλονίκη στο θέατρο Αχίλλειον το 2003 σεσκηνοθεσία Πέρη Μιχαηλίδη με εμένα, τη Βερόνικα Αργέντζη, τον Νίκο Γεωργάκη και τον ΚωνσταντίνοΚαζάκο.«Μεταβλητοί όρκοι πίστης και αφοσίωσης.. μυστικά που πολύ προσεκτικά αποσιωπούνται.. κρατάνε το ενδιαφέρον του κοινού σε αυτό που σίγουρα είναι πολύ προσωπικός πόνος.. κι όμως, υπάρχει η προσπάθεια από κάπου ν’ αρπαχτείς, από κάπου να στηριχθείς, να αντέξεις..» – έγραψε για το έργο το Variety..
Έχετε συμμετάσχει, σκηνοθετήσει, πρωταγωνιστήσει σε αμέτρητες παραγωγές στο σανίδι αλλά και στην τηλεόραση. Ποια από όλες είναι η πρώτη που σας έρχεται στο μυαλό επειδή έχει στιγματίσει την ψυχή σας και γιατί; Θα θέλατε ενδεχομένως να την επαναλάβετε μελλοντικά;
Ω, δεν μπορώ να διαλέξω.. είναι όλα πολύ σημαντικά και δεν θέλω να αδικήσω κανέναν και τίποτα.Σίγουρα ξεχωρίζω τον Γιάννη Δαλιανίδη που με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στον θαυμαστό κόσμο του σινεμά και της τηλεόρασης. Τον Μίνωα Βολανάκη για τη συνεργασία μας στα «Χειροκροτήματα», τον Ανδρέα Βουτσινά για το «Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και το «Επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν». Τον Θόδωρο Αγγελόπουλο για τον «Μελισσοκόμο» που μου έδωσε τη χαρά να υποδυθώ την κόρη του Μαρτσέλο Μαστρογιάννι. Τι να διαλέξω.. πώς μπορώ;; Θα σας πω όμως πως θέλω πολύ να ξαναγυρίσω στη Θεσσαλονίκη που λατρεύω και να συνεργαστώ ως ηθοποιός και πάλι με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.
Είστε υπερπροστατευτική μαμά; Πώς καταφέρνετε με τρία παιδιά να αναλαμβάνετε τόσες επαγγελματικές ευθύνες;
Είμαι μια μαμά που αγαπάει τα παιδιά της και θεωρεί ύψιστο καθήκον της να τους δώσει τα εφόδια να ανοίξουν τα δικά τους φτερά. Αυτός πιστεύω ότι είναι ο προορισμός του γονιού και όχι η καταπίεση. Είμαι μια εργαζόμενη μητέρα και πιστεύω ότι είναι καλό να γνωρίζουν τα παιδιά μου πως τίποτα δεν μας χαρίζεται στη ζωή αλλά ότι «τα αγαθά κόποις κτώνται».
Ένας λόγος που ο κόσμος σας έχει αγαπήσει όλα αυτά τα χρόνια είναι τα ευαίσθητα σημεία του χαρακτήρα σας. Πώς μπορεί να επιβιώσει ένας νέος ηθοποιός με ευαισθησίες και όνειρα, στην τόσο σκληρή εποχή που ζούμε; Εγώ στάθηκα τυχερή. Με βρήκε ο Δαλιανίδης και μου χάρισε την ευκαιρία να δείξω τι μπορώ και τιαξίζω. Βέβαια πήγα σε σχολή, τη Δραματική Σχολή Αθηνών του Γιώργου Θεοδοσιάδη. Πήγαινα στο γύρισμα και μετά στη σχολή και στο τέλος της ημέρας δεν ήξερα πώς με λένε από την κούραση. Υπήρξα πειθαρχημένη στη σχολή και στη δουλειά μου και δεν γνωρίζω άλλον τρόπο για να τα καταφέρει κανείς. Οι ευκαιρίες έρχονται, η τύχη θα σου χαμογελάσει αλλά μόνο με σπουδές, διάβασμα, εξάσκηση μπορείς να τα καταφέρεις. Δεν είπα ποτέ – καμία στιγμή – ότι τα ξέρω όλα. Παραμένω μαθήτρια και διαβάζω και παρακολουθώ τι συμβαίνει στον χώρο μου διεθνώς.
Τολμάτε να ονειρευτείτε και αν ναι, ποιά τα όνειρά σας για το μέλλον;
Ονειρεύομαι πως τα παιδιά θα είναι στο Πανεπιστήμιο και εγώ με τους φίλους μου θα φτιάξουμε ένα σπίτι να είμαστε όλη μέρα παρέα και να κάνουμε βλακείες. Έχω δουλέψει πολύ και σκληρά στη ζωή μου και ονειρεύομαι ότι μια μέρα θα καταφέρω να κάνω με τους φίλους μου ό,τι χαζομάρα στερήθηκα γιατί πάντα ήμουν ένα εργατικό μυρμήγκι που δεν είχε χρόνο να κάνει διακοπές.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Οι κατσαρίδες και τα ποντίκια. Με όλα τα άλλα τέρατα, έχω συμφιλιωθεί. Θαυμάζω την αδελφή μου που την τελευταία φορά που είδε ποντίκι το κυνήγησε με μια σκούπα! Εγώ φώναζα τρομαγμένη και αυτή, απτόητη! Βλέπεις και οι φόβοι είναι σχετικοί.. Βέβαια υπάρχει και η απολύμανση! Και αμέσως ξεφορτώνεσαι τους αηδιαστικούς φόβους μια και καλή.
Τι σημαίνει για εσάς η συντροφικότητα; Την έχετε βρει όπως την ονειρεύεστε;
Όχι, δεν τη βρήκα σε ερωτική σχέση. Ίσως γιατί ο έρωτας είναι έρωτας. Ίσως γιατί έκανα λάθοςεπιλογές. Όμως είμαι τυχερή για τη συντροφικότητα που βιώνω με τους φίλους μου και αυτό είναιευλογία.
Υπάρχει κάτι στο παρελθόν για το οποίο έχετε μετανιώσει και τι ήταν αυτό; Είτε προσωπικά είτε επαγγελματικά
Χμ… δεν ξέρω αν μετανιώνω.. Όλα είναι μαθήματα ζωής. Ευχαριστώ όσους με δυσκόλεψαν, όσους με πίκραναν ακόμα και όσους με πρόδωσαν. Μου έδωσαν μαθήματα ζωής όχι για να γίνω σαν αυτούς αλλά για να ξέρω καθαρά τι απαξιώ στη ζωή και για ποιους δεν έχω περιθώρια σπατάλης ενέργειας και ψυχής.
Γεννημένη στην όμορφη Μυτιλήνη σίγουρα σας έχει προβληματίσει και εσάς το προσφυγικό το οποίο και έχει έχει επηρεάσει τον τόπο σας, τα τελευταία χρόνια.. Ποια είναι η θέση σας;
Η ανθρώπινη δυστυχία, οι εστίες πολέμου, το δουλεμπόριο ψυχών, έφτιαξαν το «προσφυγικό». Είμαι βαθιά στενοχωρημένη όταν ακούω το όνομα του νησιού μου να διασύρεται για τα hot spots. Η Λέσβος μου είναι όμορφη, έχει γεννήσει ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών: Σαπφώ, Αλκαίος, Ελύτης,Εφταλιώτης, Μυριβήλης, Θεόφιλος.. Είναι πρόβλημα πολιτικό η διαχείρηση του μεταναστευτικού και όχι αφορμή για φιέστες ή αφορισμούς. Η γνήσια καρδιά της Λέσβου αγκάλιασε τα παιδιά από τα κύματα της θάλασσας και συζητήθηκε ως και για Νόμπελ Ειρήνης.. Πώς φτάσαμε στην οργή των κατοίκων όλων των Ελληνικών Νησιών; Από λάθος διαχείριση, από αδιαφορία της Πολιτείας για να οργανώσει και να διαχειριστεί σωστά ένα τόσο ευαίσθητο αλλά και δυναμικό πρόβλημα. Ας αποφασίσουμε εμείς οι Έλληνες πόσο εύκολα ξεχνάμε τη δική μας προσφυγιά; Και ας αναλογιστούμε πως ζούμε ξανά μέρες δύσκολες και πως έχουμε παιδιά, φίλους, συγγενείς που ήδη είναι μετανάστες του 2020.