Γράφει η Κατερίνα Κρυστάλλη
Η Κωσταντίνα ξύπνησε από τα νιαουρητά του γάτου της ο οποίος πείναγε. Έτριψε τα μάτια της και κοίταξε το ρολόι της. 6:44. Όχι πως είχε κάποια σημασία πλέον. Ο πλανήτης είχε καταστρεφεί σχεδόν ολοκληρωτικά εξαιτίας μιας σέκτας, που ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που βρέθηκε και η ίδια εκεί. Της είχαν υποσχεθεί κατανόηση των δυνάμεων της. Σε αντάλλαγμα έπρεπε να τους δώσει λίγο από το αίμα της.
Η Κωσταντίνα μεταξύ αστείου και σοβαρού δεν πίστεψε πως κάτι τέτοιο ήταν εφικτό. Αλλά αν όντως μπορούσαν να την βοηθήσουν με τις επίμονες ημικρανίες των τελευταίων εβδομάδων, το να κόψει λίγο το δάχτυλο της ήταν πραγματικά κάτι το μηδαμινό.
Όταν όμως η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχο της σέκτας και μια πολυδιαστασιακή οντότητα εμφανίστηκε, όσοι πρόλαβαν έφυγαν πανικόβλητοι. Όλοι, εκτός από την Κωσταντίνα η οποία
εκνευρισμένη, πήρε ένα κομμάτι ξύλο και το έσπασε επάνω στην μαύρη οντότητα πο θύμιζε κοράκι. Η αλήθεια είναι πως αυτό εκνεύρισε περισσότερο τον δαίμονα και τότε έγινε κάτι το
ανατρεπτικό. Ακούστηκε ένα βαρύ νιαουρητό. Ένας τεράστιος γάτος χρώματος πορτοκαλί, ξύπνησε από την φασαρία και βλέποντας τα φτερά και τα πούπουλα από την οντότητα, όρμηξε επάνω της για να της βγάλει τα μάτια.
Τότε και η Κωσταντίνα βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Άρχισε να διαβάζει γρήγορα – γρήγορα την Μαύρη Νεκρονομική Βίβλο της σέκτας μήπως και βρει τρόπο να κλείσει την πύλη. Και βρήκε. Και τα κατάφερε. Πήρε μαζί της τον χοντρό, πορτοκαλί γάτο και τον ονόμασε Lucky, που σημαίνει τυχερός.
Για λίγες ώρες όμως κράτησε αυτή η ευδαιμονία. Το μαύρο πολυδιαστασιακό πλάσμα, βρήκε τρόπο και άνοιξε την πύλη ξανά.
Και αυτή την φορά έφερε και τους φίλους του για να υποδουλώσουν την ανθρωπότητα.